ENA TRADE A.B.E.E
Iδρύθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1995 σαν εταιρεία χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, με αρχική ονομασία ENA FINANCE AE.
Το 1999, ανέλαβε τις μετοχές της ο κ. Αθανάσιος Καδινόπουλος, όταν αποφάσισε να διαφοροποιηθεί ο ίδιος από την οικογενειακή του επιχείρηση και τα σχετικά περιουσιακά στοιχεία. Κύρια δραστηριότητα της εταιρίας αποτέλεσε το εγχώριο και διεθνές εμπόριο αγροτικών προϊόντων κυρίως στον τομέα των σιτηρών, του ρυζιού, της ζάχαρης και των ελαιούχων σπόρων, τόσο με την αρχική τους μορφή όσο και με αυτήν μετά από διάφορες βιομηχανικές διεργασίες. Πρόσφατα, η δραστηριότητά της έχει επεκταθεί στην εμπορία σπόρων και διαφόρων σπορελαίων για την παραγωγή βιοντήζελ.
Η ENA TRADE ΑΒΕΕ κατά καιρούς είχε στελεχωθεί με 5 έως 10 εργαζόμενους με πολυετή εμπειρία, τόσο στον τομέα της συγκομιδής, όσο και σε φορτώσεις μεταφορικών μέσων και υποστηρικτικές εργασίες. Η πολιτική της εταιρίας στηρίζεται στην μέθοδο να ενεργεί σαν μια ανεξάρτητη Ελληνική επιχείρηση, τροφοδοτώντας επιλεγμένους χρήστες από την Ελλάδα, την Τουρκία, την Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή με πρώτες ύλες, βασίζοντας την πελατεία της στις πολυάριθμες επαφές του ιδιοκτήτη από παλαιότερες συνεργασίες ή μέσω των διαχρονικών γνωριμιών του στην ΕΕ.
Στο σημείο αυτό, είναι σημαντικό να αναφερθούν σχετικές εταιρείες όπου ο ιδιοκτήτης και τα βασικά στελέχη του έχουν συμμετάσχει, τόσο πριν όσο και μετά την ίδρυση της εταιρείας αυτής, και πόσο έχουν συνδράμει στην τεχνογνωσία της τωρινής ENA TRADE ABEE.
- Από το 1981, με την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΕ, ο κ. Αθανάσιος Καδινόπουλος ανέλαβε την ευθύνη της επέκτασης των διεθνών υποθέσεων της οικογενειακής εμπορικής επιχείρησης - Παναγιώτης Καδινόπουλος ΑΕ. - και το 1991 γίνεται Διευθύνων Σύμβουλος, διατηρώντας ταυτόχρονα τη θέση του Υπεύθυνου Πωλήσεων Εξωτερικού. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, η εταιρία διατηρεί το μεγαλύτερο δίκτυο συγκέντρωσης αγροτικών προϊόντων σε όλη τη χώρα ενώ βρισκόταν για πολλά χρόνια μεταξύ των 50 μεγαλύτερων Ελληνικών εμπορικών και βιομηχανικών επιχειρήσεων. Κατείχε τη δεύτερη θέση στον τομέα της, πίσω μόνο από την ΚΥΔΕΠ (Κρατική Ένωση Διαχείρισης Εγχωρίων Προϊόντων). Η εταιρεία λειτουργούσε σε τέσσερις βιομηχανικές και αποθηκευτικές εγκαταστάσεις, με πάνω από 100 εργαζόμενους και ετήσιες πωλήσεις 40-60 εκατομμύρια ευρώ. Οι βασικές δραστηριότητες της εταιρείας ήταν το εμπόριο σιτηρών και η εκκόκκιση βάμβακος, πάντα με σαφή εξαγωγική κατεύθυνση.
- Το 1985, μία νέα εταιρεία υπό την ονομασία PROGRAIN Α.Ε. ιδρύεται στην Αθήνα, σε συνεργασία με την Grains et Fourrages S.A της Γενεύης, με σκοπό την εισαγωγή και το εμπόριο σιτηρών για αλευροποίηση και κτηνοτροφία. Για μια περίοδο 10 ετών, οι εισαγωγές κυμαίνονταν μεταξύ 200-300 χιλιάδων τόνων ετησίως, με ετήσιο κύκλο εργασιών από 15-20 εκατ. ευρώ, κάνοντας χρήση όλων σχεδόν των κρατικών και ιδιωτικών λιμενικών εγκαταστάσεων στην Ελλάδα. Η εταιρεία σταμάτησε τις εργασίες της το 1997, καθώς η μεταβολή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού ΦΠΑ, κατέστησε μη αναγκαία την ύπαρξή της, αφού πια οποιοσδήποτε μπορούσε να εισάγει απευθείας, χωρίς την ανάγκη μιας τοπικής φορολογικής δομής, όπως αυτή που προσέφερε η PROGRAIN Α.Ε.
- Το 1985, γίνεται ιδρυτικό μέλος της ΣΕΕΔΥΖ, δηλαδή του Συνδέσμου Ελλήνων Εμπόρων Δημητριακών Υποπροϊόντων και Ζωοτροφών, μέλους της Ευρωπαϊκής COCERAL. Για πολλά χρόνια έως και σήμερα εκλέγεται είτε ως Αντιπρόεδρος είτε ως Γενικός Γραμματέας, ενώ κατά τη διάρκεια του 1993 - 1995 τιμήθηκε με τη θέση του Προέδρους του Συνδέσμου. Επιπρόσθετα, ο ίδιος εκπροσώπησε τον Σύνδεσμο σε πολλές επιτροπές της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικά συμβούλια στις Βρυξέλλες, συμμετέχοντας και σε πολλά διεθνή συνέδρια.
- Το 1999, ο κ. Αθανάσιος Καδινόπουλος, δημιουργεί και διαχειρίζεται – όντας 25% μέτοχος – την HERBA HELLAS Α.Ε., μια κοινή επένδυση σε συνεργασία με τον μεγαλύτερο ισπανικό όμιλο τροφίμων HERBA FOODS, οι οποίοι εκείνη την εποχή ενδιαφέρονταν να αποκτήσουν πρόσβαση στα μεγάλα αποθέματα της παρέμβασης ρυζιού της ΕΕ στην Ελλάδα. Η συγκεκριμένη επένδυση αποδείχθηκε μια πολύ επιτυχημένη συνεργασία, βασιζόμενη στην αξιοποίηση του ελληνικού αναποφλοίωτου ρυζιού, τόσο από τα αποθέματα παρέμβασης, όσο και από διαδοχικές ετήσιες σοδειές, που συγκεντρώνονταν από το έμπειρο προσωπικό της εταιρείας. Οι ποσότητες αυτές μετά από διάφορες σχετικές επεξεργασίες, εξάγονταν όλες, σημειώνοντας ετήσιο κύκλο εργασιών 10-15 εκατ. ευρώ. Παράλληλα, η εταιρεία εξέτασε πολλές πιθανές επενδύσεις, οι οποίες κυμαίνονται από την εξαγορά ορισμένων κρατικών Σερβικών εργοστασίων ζάχαρης (προμηθευτών ζάχαρης της ENA TRADE την εποχή εκείνη) έως την εξαγορά μιας σημαντικής εγκατάστασης σιλό στη Θεσσαλονίκη. Οι μέτοχοι διέκοψαν τις εργασίες της εταιρείας το 2007, με τη λήξη των αποθεμάτων παρέμβασης ρυζιού της ΕΕ.
- Στο διάστημα αυτό, η ENA TRADE Α.Β.Ε.Ε. εισέρχεται στο εμπόριο ζάχαρης, με την εφαρμογή των νέων κανονισμών της ΕΕ για εισαγωγές από τα Δυτικά Βαλκάνια και χώρες της ACP. Έτσι σύντομα καθίσταται ο δεύτερος μεγαλύτερος εγχώριος διακινητής ζάχαρης μετά την Ελληνική Βιομηχανία Ζάχαρης. Το 2007, αποφασίζει την διακοπή των εισαγωγών, μετά την έλευση στην Ελλάδα και τον έντονο ανταγωνισμό αρκετών Ευρωπαϊκών εργοστασίων παραγωγής ζάχαρης.
- Το 2004, εξετάστηκε από την HERBA HELLAS η εξαγορά της παλαιότερης ενεργού ελληνικής εταιρείας ζυμαρικών (1926) της ABEZ Α.Ε., στη Θεσσαλονίκη. Αρχικά, η κίνηση αυτή είχε ζητηθεί από τον όμιλο HERBA FOODS, προκειμένου να αποκτήσουν ένα πολύ γνωστό τοπικό brand name στον τομέα των τροφίμων, με το οποίο να μπορέσουν να προσθέσουν τα ισπανικά έτοιμα προϊόντα ρυζιού στην Ελλάδα και κατ’ επέκταση στα Βαλκάνια. Τελικά η σκέψη αυτή εγκαταλείφθηκε και την εξαγορά ανάλαβε η ENA TRADE Α.Ε. Mετά από μια ισχυρή άνοδο της θέσης της ΑΒΕΖ Α.Ε. στην ελληνική αγορά με υπερδιπλασιασμό του κύκλου εργασιών της εντός των επόμενων 3 ετών, δέχθηκε προσφορά για την πώληση της παραγωγής ζυμαρικών και του brand name της και τερμάτισε τη λειτουργία της το 2008.
Κατά τη διάρκεια περίπου 15 ετών, η ENA TRADE A.E έγινε ένας από τους 3-4 βασικούς ανταγωνιστές στην διεθνή χονδρική αγορά τροφίμων και διατήρησε άριστες προσωπικές σχέσεις με τους πελάτες και τους προμηθευτές της, λόγω της μεγάλης εξοικείωσης και πιστότητας των τοπικών και διεθνών αγορών στο όνομα του κατόχου της εταιρείας. Όλα αυτά, ασχέτως με έννοιες όπως, ο κύκλος ζωής των εταιρειών ή διαφοροποιήσεις των μετόχων.
Επιπλέον, η γειτνίαση με τις βαλκανικές χώρες και η ανάπτυξη του τοπικού τους εμπορίου, πρόσθεσε ένα επιπλέον αριθμό πιστών πελατών και προμηθευτών σε Σερβία, Βουλγαρία και σε χώρες της Μαύρης Θάλασσας, στο πλαίσιο της στενής συνεργασίας με την εταιρία "Grains et Fourrages SA", της Γενεύης, καθώς και διάφορες νέες συνεργασίες με άλλες τουρκικές εταιρείες και τα τοπικά τους γραφεία στην Αδριανούπολη, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη και Άδανα.
Η ENA TRADE Α.Ε. λειτουργεί πάντα με πολύ χαμηλά πάγια (εγκαταστάσεις), καθώς όλες οι δραστηριότητες πραγματοποιούνται μέσω ενοικιαζόμενων σιλό και γραφείων και η διαπραγμάτευση γίνεται κυρίως από τους παραγωγούς στους αγοραστές απευθείας, χωρίς τη μεσολάβηση ενδιάμεσων αποθηκών. Σιλό λειτουργούσαν κοντά στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης για την προετοιμασία των εξαγωγών με πλοία, ενώ κέντρα logistics χρησιμοποιήθηκαν για τα εισαγόμενα εμπορεύματα και τη διανομή τους. Για την απαιτούμενη βιομηχανική προετοιμασία διαφόρων συμβάσεων, χρησιμοποιήθηκε ένας αριθμός συνεργαζομένων μύλων για επεξεργασία ρυζιού και σταριού.
Αυτός ο τρόπος λειτουργίας, παρά το ότι ήταν λιγότερο δαπανηρός, δεν επέτρεπε στην εταιρεία να έχει στοιχεία ενεργητικού, τέτοια που να χρηματοδοτούνται από τις τράπεζες εύκολα για να αυξηθεί ο κύκλος εργασιών και η κερδοφορία, αποτελώντας έτσι μια τροχοπέδην στην ανάπτυξη της εταιρείας. Ο μέσος ετήσιος κύκλος εργασιών της εταιρείας για τα πρώτα 10 έτη ήταν περίπου 7-10 εκατ. €. Έκτοτε, το εμπόριο των προϊόντων με μεγάλες ανάγκες χρηματοδότησης έχει εγκαταλειφθεί (ζάχαρη) αφού οι τοπικές τράπεζες τα τελευταία χρόνια αποφεύγουν τη χρηματοδότηση του εμπορίου και η εταιρεία κινείται περισσότερο προς την κατεύθυνση της διεθνούς διαμεσολάβησης των αγαθών από το αυτούσιο εμπόριο όπως πρώτα.
Από το 2010, όλες οι εργασίες είναι συγκεντρωμένες πια στην ENA TRADE A.E, στην οποία προστέθηκαν, λόγω της εξειδίκευσης στον τομέα του ρυζιού, ένας αριθμός σχετικών βιομηχανικών αντιπροσωπειών. Έτσι, το 2013 η εταιρεία αποδέχθηκε την πρόταση να εκπροσωπεί στην Ελλάδα τους κατασκευαστές εργοστασίων ρυζιού MULTIGRAIN της Τουρκίας και των γραμμών παραγωγής ρυζιού ZACCARIA της Βραζιλίας. Το 2016, τα ξηραντήρια ρυζιού SUNCUE της Ταϊβάν προστέθηκαν στις αντιπροσωπείες της εταιρείας καθώς επίσης και μία ηλεκτρονική πλατφόρμα αγοράς για το αναποφλοίωτο ρύζι στην Ελλάδα.
Το 2017 η εταιρεία ανέλαβε συμβουλευτικές υπηρεσίες σχεδιασμού της διακίνησης, επεξεργασίας και αποθήκευσης ρυζιού στο έργο Στρατηγικών Αποθεμάτων Τροφίμων της Κυβέρνησης του Qatar, στο λιμάνι Hamad Port, σε συνεργασία με την ιταλική Agrotec, που είχε δημιουργήσει κοινοπραξία με την αναδοχο του έργου Al Jaber Engineering της Ντόχα.
Το 2018 διακόπηκε η συνεργασία αντιπροσώπευσης στην Ελλάδα των εταιρειών Multigrain και Zaccaria και αντ’αυτών ξεκίνησε η συνεργασία με την Κολομβιανή εταιρεία τεχνολογίας στην επεξεργασία σιτηρών Superbrix με κύριο έργο την ανάπτυξη και βελτίωση της επεξεργασίας ρυζιού, σιτηρών και καλαμποκιού. Η αντιπροσώπευση αυτή καλύπτει Ελλάδα, Κύπρο και Βαλκάνια.